Συντροφιά και παρέα

Από όσα είπαμε για τη διεξαγωγή του ορτυκοκυνηγήματος, καταφάνηκε πως αυτό το κυνήγι είναι ειδικό και sui generis κυνήγημα, και συνεπώς οφείλεις να κάμεις ανάλογες προσαρμογές. Παγάνα δεν κάμνεις τα ορτύκια. Σκουπίζεις ή καταβρέχεις μια στάλα. Δυό μαζί να το κάμνουν αυτό, δεν γίνεται. Μπερδεύονται οι σκύλοι. Βγάζει ο ένας σκύλος το ορτύκι και το περνάει από σένα και το τουφεκάς και θυμώνει ο φίλος. Αν δεν το τουφεκίσεις και του πεις ιπποτικά «δικό σου ήταν» του ξυπνάς την ανύπαρκτη σε παρόμοιες άλλες περιπτώσεις ευγένειά του και σου λέει:

- Γιατί δεν το τουφέκισες, καϋμένε!

Αυτό όμως είναι το πειό λίγο και ανώδυνο. Κακό είναι και επικίνδυνο το ότι το ορτύκι του συναδέλφου σου μπορεί να πετάξει κατεπάνω σου ή προς τον σκύλο σου, οπότε ένας από τους δυό σας θα την πληρώσει. Γι' αυτό το ορτυκοκυνήγι γίνεται «κατά μόνας».

Και να το θελήσεις να το κάμης συντροφιαστά, δεν γίνεται διότι, ας υποθέσουμε ότι τρεις φίλοι ακροβολίζονται σε ένα επίπεδο ορτυκοτόπι και κυνηγούν κατά μέτωπον, με τους σκύλους μπροστά. Του μεσανού συντρόφου ο σκύλος θα πέσει πάνω σε ορτύκι και θα φερμάρει. Ο κυνηγός θα σταθεί. Οι άλλοι τι θα κάμουν; Θα προχωρούν για να βγάλουν και αυτοί ορτύκι. Θα σχηματίσουν τότε μια γωνία με κορυφή τον κυνηγό που περιμένει το αποτέλεσμα της φέρμας του σκυλιού του. Πώς και προς τα πού θα τουφεκίσει τότε αυτός, αφού μπροστά του αριστερά - δεξιά είναι οι σύντροφοί του και τα σκυλιά του δεν ξέρω πού;

Το ίδιο περίπου θα συμβεί και όταν καθυστερήσει ένας ακρινός συγκυνηγός.

Το ορτυκοκυνήγι είναι μυστικιστική ιεροτελεστία. Θέλει μεγάλη προσοχή και προφύλαξη. Τα περισσότερα δυστυχήματα γίνονται σ' αυτό. Οσα ατυχήματα έχω ακούσει ότι έγιναν στη Θράκη από κυνήγια σε 30 χρόνια, τόσα γίνονται κάθε χρόνο στα ορτυκοτόπια της Αλεξανδρούπολης. Δε γράφονται όμως στις εφημερίδες, πρώτον, γιατί είναι ατυχήματα μικρής μορφής - ελαφρά σκαγιώματα χάρις στα ψιλά σκάγια και τις αδύνατες ριξιές - και δεύτερο γιατί οι δράστες και παθόντες είναι φίλοι και ο ένας σκεπάζει τον άλλον από φιλότιμο.

Ξέρω πολλούς κυνηγούς, που ενώ αγαπούν το ορτυκοκυνήγι, δεν κυνηγούν τα ορτύκια, μόνο και μόνο από τον φόβο αυτό.

Ούτε δυό - δυό ακόμα μπορούν να κυνηγήσουν τα ορτύκια. Η κουβέντα τους ζημιώνει. Τους ξεφεύγουν τα ορτύκια ατουφέκιστα, χωρίς να το καταλάβουν.

- Δικό σου ήταν!

- Νόμιζα πως εσύ θα το τουφεκούσες.

- Μα το σκυλί σου ήταν μπροστά!

-  Δίπλα σου βγήκε και φοβήθηκα.

Τέτοια λένε και γίνονται. Γι' αυτό συστήνω το «κατά μόνας» και η συντροφιά ας κάμει συντροφιά στην προκαθορισμένη ώρα, κάτω από την πλατανόβρυση που θα ποτισθούν τα σκυλιά και θα μετρηθούν τα «νούμερα» με υπεργυναικίσια φλυαρία «έτσι εγώ, μου βγήκε, το έριξα, τη φτερουγαριά στο πουρνάρι, ο σκύλος μου, το άτιμο, αλλά».

Αν στην αρχή-αρχή της εξόρμησης σου προς το ορτυκοτόπι υποχρεωτικά πάρεις θέση «κατά μέτωπον», θα κυνηγήσεις έτσι λίγα λεπτά και με την απασχόληση που θα σου παράσχει κάποια φέρμα του σκυλιού σου, ύστερα θα αλλάξεις κατεύθυνση μένοντας πίσω, προχωρώντας εμπρός ή στα πλάγια. Ετσι θα διαλύσεις τη συντροφιά και θα αποφεύγεις κάθε πρόσωπο όταν θα το βλέπεις νάρχεται κατεπάνω σου.

Θα παίζεις δηλονότι κυνηγητό από απόμακρα. Ετσι, άλλωστε, σωστό είναι να γίνεται σε κάθε κυνήγι που θέλει υπερτεταμένη προσοχή και για την επιτυχία του σκοπού του και προς αποφυγήν ατυχημάτων. Η κουβέντα από άλλη άποψη, κουράζει τα πνευμόνια και στεγνώνει το στόμα. Και ο σκύλος ο σεβαστός, την απεχθάνεται.

Tα μη παραλειπόμενα

Τέτοια πράματα συμβαίνουν και πρέπει να γίνωνται στο κυνήγι του ορτυκιού. Εχω να πω και άλλα βέβαια, μα παραβάραινα το φιλόξενο περιοδικό μας και παρασκότισα τον συγκυνηγητή μου, αν μου έκαμε εννοείται την τιμή να με διαβάσει. Ωστόσο θα προσθέσω λίγα ακόμα και θα χαλάσω λίγο χαρτί.

Το ορτυκοκυνήγι, όπως θέλησα να το τοποθετήσω μέσα στην «καθόλου» κυνηγετική μας λειτουργία, είναι ιδιότυπο κυνήγι και συγκροτεί μια θηρευτική ειδικότητα. Ενας κυνηγός που δεν κυνήγησε συστηματικά, κατά τον τρόπο που περιέγραψα το ορτύκι, όσο ικανός και αν είναι, δεν θα τα καταφέρει όπως ένας μέτριος συνάδελφός του, που τα κυνηγά τακτικά στα ορτυκοτόπια.

Ο λόγος δεν είναι διότι δεν ξέρει τις θέσεις των περασμάτων ή τους καιρούς που κουβαλούν από το Βορρά, την Ανατολή και τη Δύση τα ορτύκια και τα καθίζουν στα ορτυκοτόπια, αλλά διότι ο ορτυκοκυνηγός έχει αποχτημένη μια διαφορετική μαστοριά να κυνηγά το ορτύκι. Το πράγμα μοιάζει με τον πολύμαθο μηχανολόγο που σκαρώνει σχέδια μηχανών, δεν έχει όμως την ικανότητα να πιάσει σκεπάρνι και πριόνι και να φτιάξει έναν περιστεριώνα.

Αστείο θα του φανεί του μεγαλοκυνηγού το ξεπέταμα του ορτυκιού μέσα από τα πόδια του, το αργό και ίσιο πέταγμα του και ο εύκολος στόχος του. Και όμως: θα πάθει ό,τι έπαθε ο Αισώπειος λαγός με τη χελώνα στον αγώνα της ταχύτητος. Αστείο μπορεί να φαίνεται το τίρο του ορτυκιού, θέλει όμως και την τέχνη του. Είδα πολλούς σπουδαίους κυνηγούς λαγού, πέρδικας και γουρουνιού. Στα ορτύκια όμως τα θαλάσσωσαν και μόνο που δεν έσπασαν τα σιδερικά τους. Δέκα τουφεκιές, ένα ορτύκι! Δεν γνώριζαν την ψυχολογία - αν επιτρέπεται - αυτού του κυνηγιού και σαν είδαν μια-δυό αποτυχίες τάχασαν ή φρένιασαν και τα στραπατσάρισαν χαιρετώντας τον κομπασμό τους με ντουμπλέδες.

Το ορτύκι, φίλε μου, αν και το λες «κουτορνίθι» σου παίρνει τον αέρα και από τα χέρια σου ακόμα σου ξεφεύγει και το χάνεις. Και από του σκύλου το στόμα, ξεφεύγει και ξαφανίζεται. Νομίζεις πως πετά ολόισια και ότι τα σκάγια σου τα χίλια θα το βρουν. Ξεφεύγει και από τις τρεις χιλιάδες, αν δεν το καλοσημαδέψεις και δεν το τουφεκίσεις εκεί που πρέπει και όπως του ταιριάζει.

Επειτα, μη θαρρείς πως πάντα το πέταμα του είναι ομοιότυπο. Τα πρωινά ορτύκια πετούν ταχύτερα και πειό ανώμαλα. Τα μεσημεριάτικα αργά, ίσια, αλλά σου βγαίνουν από τα πόδια και δεν έχεις υπομονή να κρατηθείς ώσπου να απομακρυνθούν και να τραβήξεις τη σκανδάλη, τα χάνεις ή τα κομματιάζεις.

Τα ορτύκια με δυνατό μελτέμι, πετούν σαν παλαβά και κάμνουν τους μαιάνδρους της μπεκάτσας ή χειρότερα τσαλίμια. Τα ορτύκια που κυνηγάς από τον ανήφορο του ορτυκοτοπιού προς τον κατήφορο, θέλουν άλλη ρέγουλα. Τα ορτύκια που τρύπωσαν στα σφιχτά και τα ξετινάζει ο σκύλος, παρουσιάζουν άλλα ζόρια. Τα ορτύκια μέσα σε δεντρόσπαρτο τόπο - ελαιώνας - θέλουν άλλα μέτρα.

Επειτα, υπάρχουν περιπτώσεις που τα ορτύκια περπατάν γύρω σου βλέποντάς σε και δε στέκουν να τα φερμάρει ο σκύλος. Τον ξεγελούν θαυμάσια και απορείς. Δίνουν στο σκύλο μια μυρωδιά και την φερμάρει. Υστερα τρέχουν σε άλλη κατεύθυνση, πίσω σου, και ξετινάζονται απ' εκεί. Κάποτε λουφάζουν μέσα σ' ένα μικρό αλλά σφιχτό θαμνάκι και δεν χαμπαρίζουν από τη φέρμα του σκύλου σου, έστω κι αν σκάσει αυτός γουρλωμένος κατά πάνω τους. Πατείς το θάμνο και δε βγαίνουν! Τέτοια ορτύκια για να σκοτωθούν, θέλουν τέχνη. Πολλά ορτύκια καταδέχονται να μπουν στο στόμα του σκύλου, παρά ν' ακούσουν την τουφεκιά σου.

Λογιών των λογιών χουνέρια σου κάμνουν τα «κουτορνίθια» και πρέπει να τα ξέρεις. Απ' όλα το χειρότερο είναι όταν περπατάνε συνέχεια και δε μπορεί ο σκύλος να τα καθηλώσει στη φέρμα του. Αυτά τα ορτύκια δεν είναι το είδος τους τέτοια, όπως κατάλαβα αλλά η δροσερή μέρα τα σπρώχνει σ' αυτό ή η πρόσφατη έλευσή τους - πρωινό πέσιμο - ή η ξεκουρασιά τους, από τον λόγο ότι δεν έκαμαν από βραδύς μακρυνό ταξείδι και ήρθαν από κάποιο σταθμό του εσωτερικού κοντινό.

Ορτύκια κουρασμένα ή βρεγμένα από τη βροχή, κατά κανόνα στέκουν στη φέρμα του σκύλου και δύσκολα πετούν. Τα φετεινάρια ορτύκια που περνούν κάπως αργά, είναι δυσκολότερα στο τίρο τους. Τα παλιά είναι πειό βολικά. Οι ορτυκοκυνηγοί που τα βλέπουν αυτά, βγάνουν τη γνώμη ότι τα ορτύκια είναι «ράτσες» μα στο ζήτημα αυτό εγώ δε μπορώ να προχωρήσω.

Σκυλιά και ορτύκια

Mα και ο σκύλος σου, φίλτατε, πρέπει νάναι ορτυκτσής. Σκύλος που κυνήγησε χρόνια συνέχεια πέρδικες, στα ορτύκια θα πάθει κάποιο τρακ σαν και σένα. Δεν λέω πως δε θα τα μυρίζεται. Το ορτύκι δίνει περισσότερο ντορό στα σκυλιά, μα επειδή ακριβώς θα γίνεται αυτό, ο σκύλος θα ψευτοφερμάρει και θα σε ξεγελά. Σκύλος που κυνηγά συνέχεια ορτύκια μαθαίνει τα τερτίπια αυτά και προσαρμόζεται. Προσαρμόζει και σένανε και αποχτάτε και οι δύο μιαν ειδικότητα στην συνεργασία και το αποτέλεσμα.

Αυτά δεν είναι φαντασίες, είναι δοκιμασμένα πράματα και σαν θες, μην τα πιστεύεις ή νόμιζε τα σχολαστικότητες που δε σου χρειάζονται. Ο έμπειρος σκύλος, αλλοιώς πάει στο ορτύκι, αλλοιώς στο λαγό και διαφορετικά στην πέρδικα και μπεκάτσα. Κάθε θήραμα διαφορετικά το μυρίζεται, διαφορετικά το ψάχνει και οι κινήσεις του, οι φέρμες του, το σκύψιμο και το ψαχούλεμα του χναριού, το περιεργάζεται διαφορετικά.

Στο ορτύκι πάει σειρά και το ψάχνει περισσότερο στον αέρα. Την πέρδικα, αν περπατήσει ή περπατάει, την κυνηγά νευρικά και ξέφρενα. Του λαγού το χνάρι το μυρίζεται, κοντοστέκει και το μελετά. Το χνάρι ενός μικρού πουλιού, που δεν κυνηγάμε, ο σκύλος ο καλός, βέβαια και μαθημένος, το αντιλαμβάνεται και το αντιπαρέρχεται. Κάθε θήραμα συγκινεί και ερεθίζει το σκύλο μας διαφορετικά. Αυτό θα το μάθει ο κυνηγός όταν κυνηγά πολλά χρόνια δίχως ν' αλλάζει σκυλιά σαν τα πουκάμισα και μας χρειάζεται πολύ αν κυνηγάμε σε τόπους που έχουν ποικιλία κυνηγιού, όπως είναι τα κυνηγοτόπια της Βορείου Ελλάδος.

Θα αναγκαστούμε πρώτα -πρώτα από τα καμώματα αυτά του σκύλου ν' αλλάξουμε φυσίγγι, με ανάλογα σκάγια και δεύτερον πρέπει να πάρουμε θέση ανάλογη - ψήλωμα, ανοιχτό μέρος για τουφέκισμα λαγού, κ.λπ. - Αυτά όμως εδώ για να τα πω παραγίνεται. Μιλάμε για ορτύκια. Ο σκύλος, λοιπόν, διαφορετικά μυρίζεται το ορτύκι και το ψάχνει ράθυμα και με μαεστρία. Γι' αυτό πρέπει να τον προσέχεις σε κάθε του βήμα, για να δράσεις ανάλογα.

Στα ορτύκια ο σκύλος σου δίνει άνεση και δεν υπάρχει κυνήγι που να κυνηγά καλλίτερα απ' αυτό. Ο ορτυκτσής σκύλος ειδικεύεται από τις συχνές επαναλήψεις ομοίων περιπτώσεων και γίνεται άσσος και επαγγελματίας. Γι' αυτό συχνά, όταν γράφω περί σκύλων εξασκήσεως, κραυγάζω ότι το ορτύκι είναι μοναδικό φροντιστήριο με επιτυχίες εκατό τοις εκατό.

Περί φέρμας

Μια που γύρισεν ο λόγος για σκύλους και κυνηγήματα, ας κάμω λόγο για τη φέρμα. Το διθύραμβο της δεν θέλω να κάμω εδώ. Είναι ιδιότητα των σκύλων μας πολύ τραγουδημένη και χιλιοφωτογραφημένη. Τη θεαματικότητά της, οι αισθητικοί την θεοποιούν. Οι πρακτικοί ενδιαφέρονται ο σκύλος να φερμάρει, αδιάφορο αν αυτό το κάμνει με ίσια ουρά και σηκωτό το πόδι, ή ξαπλωτά, ή με μια άγρια γκριμάτσα όπως ο γκριφόν.

Ολα της φέρμας τα σκυλιά φερμάρουν. Η διαφορά είναι ότι άλλα στέκουν μαρμαρωμένα όσο στέκει στο γιατάκι του το θήραμα και άλλα βιάζονται και θέλουν να χυμήξουν προς το θήραμα. Καλλίτερο προσόν είναι το πρώτο. Τα πόιντερ έχουν τη χάρη αυτή που ισοφαρίζει τη βιασύνη τους και το απόμακρο ψάξιμο τους.

Νομίζουν μερικοί ότι με τη φέρμα του ο σκύλος καθηλώνει, ακινητοποιεί και δεσμεύει το θήραμα και καλεί με την ουρά του το αφεντικό του «έλα και βάρ' το». Η φέρμα είναι μια φυσική ενέργεια του σκύλου, που την κάμνει όταν αντιληφθεί από την οσμή το θήραμα ή και με τα μάτια του κάποτε, αν δεν μεσολαβήσει η μυρουδιά. Την κάμνει δε, όχι γιατί έτσι διδάχθηκε, αλλά γιατί θέλει να χυμήξει προς το θήραμα για να το γραπώσει ή για να πάρει τη θέση, - όπως οι αθληταί στην αφετηρία τους - την κατάλληλη να αρπάξει το θήραμα αν τολμήσει να ξεμυτίση από το γιατάκι του.

Η φέρμα, λοιπόν, δεν διδάσκεται. Διδάσκεται όμως ο σκύλος να μην ορμά πάνω στο θήραμα όταν τινάζεται και αυτό με πολύν κόπο και μέχρις ενός σημείου, από τεχνίτες που είναι ειδικοί για ντρεσάρισμα σκύλων και που λείπουν από τον τόπο μας. Ο σκύλος κυνηγά, φίλτατε, για λογαριασμό του. Αν μας κάμνει χάρες, το κάμνει γιατί αλλοιώς δεν μπορεί να κάμει ή γιατί ξέρει ότι υπάρχει και ξύλο, λ.χ. για το φάγωμα του θηράματος, που ευτυχώς ελάχιστοι σκύλοι το κάμνουν και δεν το κάμνουν πάλι για τον λόγο ότι ο κυνηγετικός σκύλος από δίαιτα χιλιετηρίδων κοντά στον άνθρωπο, έχασε το φυσικό του να τρώει ωμά κρέατα. Η φέρμα, λοιπόν, του σκύλου, είναι η στάση του ψαρά με το πεζόβολο, που έχει το νου και το μάτι του στα συγκεντρωμένα ψάρια, για να το ρίξη.

Οι πολύ σχολαστικοί στη φέρμα σκύλοι, δεν είναι και προσοντούχοι. Σχολαστικούς εννοώ εκείνους τους σκύλους που ψαχουλεύουν κάθε χνάρι θηράματος, στέκουν, σκύβουν και εξετάζουν μια μια μυρωδιά και ψευτοφερμάρουν και προχωρούν και πάλι φερμάρουν. Στα ορτύκια τέτοια λεπτολογήματα ο σκύλος αν κάμνει, δεν είναι καλός. Θα πει πως δεν ξεκαθάρισε μέσα του το αντικείμενο που κυνηγά, το ορτύκι και ταλαντεύεται στα χνάρια της χελώνας ή γουστερίτσας ή κατσαρίδας και σπουργιτιού.

Ο ορτυκτσής σκύλος, είναι ειδήμων.

Με λίγους γύρους, τραβά ίσια στο ορτύκι και το φερμάρει στο γιατάκι του και δεν τον χασομερνούν οι περπατησιές του ορτυκιού. Τέτοιος θα γίνει κάθε σκύλος, όταν κυνηγά πολύν καιρό στα ορτυκοτόπια ορτύκια.

Κανένα θήραμα δεν δίνει στο σκύλο τόσες ευκαιρίες, όσες το ορτύκι. Και οι ευκαιρίες αυτές, απανωτές, προσφέρουν στον φαβορί σου όλες τις περιπτώσεις να επιδείξει όχι μόνο την αξιωσύνη του παρά και τις φιγούρες και τα σκέρτσα του που καθένα έχει και το νόημα του που ο κυνηγός πρέπει να τα ξέρει, γιατί ανάλογα μέτρα θα πάρει.

Ετσι, λ.χ. κάποτε ο σκύλος θα φερμάρει ανήσυχα και κάπως με κατεύθυνση κεφαλής ακαθόριστη. Αυτό συνήθως συνοδεύεται με ένα ημικύκλιο - τόξο - που θα κάμει ο σκύλος γύρω από το θήραμα κατά έναν τρόπο σαν να θέλει να περιφράξει το ζαρωμένο θήραμα και να το περιμαντρώσει. Αυτό γίνεται στις περιπτώσεις εκείνες που δυό - τρία ορτύκια μαζί λαγιάζουν εκεί και παλαβώνουν το σκύλο με τους ντορούς των. Φερμάρει σε όλα μαζή χωρίς βέβαια να τα βλέπει και επειδή κάποτε η μυρωδιά του ενός του έρχεται στη μύτη ισχυρότερη, αλλάζει θέση, νομίζοντας ότι περπάτησε το ορτύκι.

Υστερα του χτυπά τη μύτη η οσμή άλλου ορτυκιού, και κινείται και προς αυτό διαγράφοντας τόξο. Ο κυνηγός στην περίπτωσι αυτή πρέπει να τοιμαστεί για ντουμπλέ, να προσέξει όμως τα γύρω του και τον στόχο του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις τουφεκίζονται σκύλοι και άνθρωποι και σ' αυτές μαγκέρνονται τα περισσότερα ορτύκια.

Τα 90% των ορτυκιών θα σου τα βγάλει ο σκύλος και απ' αυτά, τα εξήντα με φέρμα και τα υπόλοιπα στο τρέξιμο και στο δρασκελισμό του να πεταχτούν μόνα δίχως να λουφάξουν για να φερμαριστούν από το σκύλο. Εδώ προβάλλει το ζήτημα που πολλές φορές άκουσα να συζητείται: Ποια θέση πρέπει να πάρει ο κυνηγός όταν φερμάρει ο σκύλος του;

Οι περισσότεροι παραδέχονται ότι πρέπει να σταθεί ο κυνηγός απέναντι και φάτσα προς τον σκύλο του, γιατί το ορτύκι θα πεταχτεί, ζορισμένο από το σκύλο, προς τον κυνηγό και ο σκύλος τότε δεν χυμάει για να το κυνηγήσει, ενώ αν ο κυνηγός σταθεί πίσω από το σκύλο, το ορτύκι θα κυνηγηθεί απ' αυτόν και τότε υπάρχει κίνδυνος να φάνε την τουφεκιά σκύλος και ορτύκι μαζή, όπως το είδα πολλές φορές. Σκυλιά, βέβαια, ντρεσαρισμένα τέλεια, που να μην ορμούν παρά όταν πέσει η τουφεκιά, δεν έχουμε.

Στην πρώτη περίπτωση που στέκει ο κυνηγός με μέτωπο προς τον σκύλο, το ορτύκι δύσκολα χτυπιέται, γιατί μόλις πετάξει και αντιληφθεί τον κυνηγό θα κάμει σκαμπανεβάσματα και απότομη στροφή και θα αστοχήσει ο κυνηγός. Στη δεύτερη κινδυνεύει ο σκύλος. Αν πετάξει το ορτύκι αριστερά ή δεξιά, είναι καλλίτερα, μα η αστοχία πάλι έχει πολλές πιθανότητες.

Η ατέλειά μου κατέληξε στα εξής συμπεράσματα: Πρώτα -πρώτα δεν πρέπει να πλησιάζουμε πολύ τη φέρμα. Ο σκύλος φερμάρει το ορτύκι από 2-3 το πολύ μέτρα. Γιατί να πηγαίνουμε στην αντίθετη με το σκύλο μεριά, και να φερμάρουμε και εμείς το πολιορκημένο έτσι ορτύκι; Οχτώ ή δέκα μέτρα πίσω, δεξιά ή αριστερά, από τη φέρμα του σκύλου μας, μας αρκούν για να προφτάσουμε να τουφεκίσουμε εύστοχα. Τότε ξεκαθαρίζουμε καλλίτερα το θήραμα.

Πηγαίνοντας κοντά στο σκύλο, τουφεκάμε το ορτύκι στα 8 ή 10 μέτρα και το σμπαραλιάζουμε. Λίγοι είναι εκείνοι που έχουν την υπομονή να κρατάνε το θήραμα πάνω στην μπούκα του τουφεκιού τους και να μην τραβάνε τη σκανδάλη. Προτιμώ, λοιπόν, να μην πλησιάζουμε πολύ τον σκύλο που φερμάρει. Ούτε συστήνω, και την σπουδή εκείνων που έχουν να τρέξουν και να πάρουν θέση κατέναντι του σκύλου των. Το ορτύκι όπως και νάχει, θα πετάξει ψηλά και θα τουφεκιστεί καλά, αν έχουμε λίγη ψυχραιμία. Μόνο τα τραυματισμένα ορτύκια και σε πολλή ζέστη, πετούν δίπλα στο σκύλο. Οταν μάλιστα κυνηγάμε σε πυκνούρες, τότε οπωσδήποτε ο σκύλος είναι κάτω και το πουλί ψηλά και οι πυκνούρες κανονίζουν την κατεύθυνσι του πετάγματος και όχι η μούρη του τεντωμένου στη φέρμα του σκύλου μας.

Επειτα, ας έχουμε υπ' όψη μας ότι κυνηγώντας στην ισιάδα και στην καλαμιά, ένα ποσοστό ορτυκιών θα μας φεύγει ατουφέκιστο, εξ αιτίας της ασυγκρατησιάς και της παλαβωμάρας του σκύλου.