σμίκρυνση

Άρτεμις. Η κυνηγέτιδα Θεά. Λατρευόταν από τους αρχαίους προγόνους μας ως προστάτιδα της Άγριας Φύσης.

Προστάτης και φονέας: Πως οι κυνηγοί διασώζουν την Άγρια Φύση

Δεκατέσσερα χρόνια πριν, στεκόμουνα στο χιόνι και αγωνιζόμουν να αφομοιώσω αυτό που είχα ακούσει. H ομάδα μaς, που είχε συγκεντρωθεί για εκπαίδευση στην παρακολούθηση και προστασία ενδιαιτημάτων άγριας ζωής, είχε μόλις ανακαλύψει ότι η εκπαιδευτής - Sue Morse, ιδρύτρια της Keeping Track - ήταν μία κυνηγός ελαφιών. Βρήκα την είδηση ιδιαίτερα ενοχλητική. Πώς ήταν δυνατόν να εργάζεται για να διασφαλίσει τα σπίτια των ζώων που περιέγραφε σαν «γείτονες» και στη συνέχεια να γυρίσει και να πυροβολήσει κάποιο από αυτά; Έβρισκα αδιανόητο ότι κάποιος θα μπορούσε να είναι και οικολόγος και κυνηγός, προστάτης και φονέας.

Σήμερα, είμαι και ο ίδιος και τα δύο. Καταλαβαίνω ότι η φροντίδα για τα ζώα και τα οικοσυστήματα τους δεν είναι ασυμβίβαστη με τη συμμετοχή σ' αυτά τα συστήματα στο ρόλο του αρπακτικού. Θυμάμαι πόσο ακραία φάνταζε κάποτε η αντίφαση αυτή, αλλά τώρα συνειδητοποιώ πόσο ζωτικής σημασίας είναι να γεφυρωθεί το χάσμα.

Η διατήρηση της άγριας ζωής αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις τις μέρες μας. Μεταξύ άλλων, το κλίμα αλλάζει, η ανάπτυξη εξακολουθεί να κατακερματίζει οικοτόπους και πολλές, πολιτειακές, δασικές υπηρεσίες εξαρτώνται από απαρχαιωμένα μοντέλα χρηματοδότησης. Ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις είναι οι οικολόγοι κυνηγοί και οι οικολόγοι μη-κυνηγοί να ενώσουν τις δυνάμεις τους - ξεπερνώντας τα στερεότυπα και τις αμοιβαίες υποψίες που συσκοτίζουν τα κοινά σημεία τους.

Για πολλούς οικολόγους, η λέξη «κυνηγός» σημαίνει ένα ανεγκέφαλο κτήνος, έναν εχθρό της φύσης που αγαπά τα όπλα, σκοτώνει για διασκέδαση, και δε δίνει δεκάρα για τη βιοποικιλότητα ή την οικολογική ακεραιότητα. Για πολλούς κυνηγούς, η λέξη «οικολόγος» σημαίνει ένα φαρισαϊκό εραστή της πρασινάδας, έναν εχθρό της ελευθερίας που μισεί τα όπλα, δεν έχει κανένα σεβασμό για το κυνήγι, και φαντάζεται τη φύση σαν ένα μέρος βγαλμένο απ' τη φαντασία του Disney το οποίο απαγορεύεται να μολύνουν οι άνθρωποι.

Αν και αυτά τα στερεότυπα περιέχουν ίχνη αλήθειας, κυνηγοί και οικολόγοι δεν είναι τόσο μακρυά όσο φαντάζονται πολλοί. Το Nature Conservancy έχει μεταξύ των μελών και του προσωπικού του πολλούς κυνηγούς και συνεργάζεται στενά με κυνηγετικές οργανώσεις διατήρησης. Ομοίως, η Pheasants Forever έχει μέλη χιλιάδες μη-κυνηγούς, τα οποία εκτιμούν το έργο του οργανισμού προς όφελος των ενδιαιτημάτων στους μεγάλους λειμώνες, των υγροτόπων, πεταλούδων και των καθαρών υδάτων.

Οι πιο μανιώδεις κυνηγοί που γνωρίζω - συμπεριλαμβανομένων των οικολόγων, εκπαιδευτικών και παρατηρητών πουλιών - είναι αφοσιωμένοι ενεργά σε περιβαλλοντικές δράσεις. Οι πιο παθιασμένοι οικολόγοι που γνωρίζω - είτε κυνηγούν ή όχι - τρέφουν σεβασμό στο ρόλο που διαδραματίζουν όλα τα αρπακτικά, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων.

Κατά παρέκκλιση από τα στερεότυπα, οι κυνηγοί και οι οικολόγοι της Αμερικής δεν υπήρξαν ποτέ διακριτές ομάδες. Στα τέλη του 1800, ένας συνασπισμός κυνηγών και μη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις υπερβολές του επαγγελματικού κυνηγιού και τους κινδύνους από την καταστροφή των ενδιαιτημάτων. Από τις κοινές αυτές προσπάθειες δημιουργήθηκαν οργανώσεις υποστήριξης της άγριας ζωής όπως το National Audubon Society και το Boone & Crockett Club, και ζωτικής σημασίας νομοθετήματα όπως το Lacey Act του 1900, το οποίο απαγόρευσε τη δια-πολιτειακή μεταφορά θηραμάτων τα οποία θηρεύτηκαν παράνομα.

Όταν τέτοιες οργανώσεις συνεργάζονται, η συνδυασμένη δύναμη τους είναι πανίσχυρη. Το 1936, η National Wildlife Federation αναδύθηκε μέσα από το όραμα του Ding Darling για ένα διευρυμένο αλλά ενιαίο κίνημα υπέρ της διατήρησης. Οι κοινές προσπάθειες οικολόγων κυνηγών και περιβαλλοντολόγων μη-κυνηγών ήταν ζωτικής σημασίας για να περάσει ο νόμος Wilderness Act του 1964, καθώς και για το χαρακτηρισμό σύγχρονων Καταφυγίων Άγριας Ζωής, όπως το Owyhee Canyonlands του Idaho.

Αυτές οι συνεργασίες έχουν σαν αποτέλεσμα τη διατήρηση εκατομμυρίων στρεμμάτων υγροτόπων σε ολόκληρη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων 2.400 στρεμμάτων κατά μήκος του Black River στη Νότια Καρολίνα τα οποία τέθηκαν πρόσφατα υπό καθεστώς προστασίας. Για πολλούς μήνες, μια ετερόκλητη συμμαχία πίεζε για την πολυαναμενόμενη ανανέωση της χρηματοδότησης βιοτόπων της άγριας φύσης μέσω του Farm Bill. Η συμμαχία που υπερασπίζεται αυτήν τη στιγμή το Bristol Bay της Αλάσκας ενάντια στην προτεινόμενη εξόρυξη του Pebble Mine - η οποία χαρακτηρίζεται από το Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας σαν ένα μάτσο «οικολογικών οργανώσεων» - περιλαμβάνει περισσότερους από 1.000 κυνηγετικούς και ερασιτεχνικούς αλιευτικούς συλλόγους και επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των Trout Unlimited και Pope & Young Club. Και ο κατάλογος είναι ατελείωτος.

Φυσικά κυνηγετικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις δεν βρίσκονται πάντα σε συμφωνία. Για παράδειγμα έντονη διαμάχη έχει προκύψει για το λύκο. Ορισμένες περιβαλλοντικές ομάδες υποστηρίζουν την εξακολούθηση της ομοσπονδιακής προστασίας του στο πλαίσιο του νόμου για τα απειλούμενα είδη, προτάσσοντας συχνά την οικολογική αξία των θηρευτών της κορυφής της τροφικής αλυσίδας. Απ' την άλλη πλευρά σύλλογοι κυνηγίου & διατήρησης υποστηρίζουν τη διαχείριση του σε επίπεδο πολιτείας και την ένταξή του στα θηρεύσιμα, διαμαρτυρόμενοι συχνά έναντι της θήρευσης από τους λύκους σε πολύτιμα θηράματα, όπως τα ελάφια και οι άλκες. Άλλοι οργανισμοί έχουν παραμείνει ουδέτεροι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η πολιτικοποιημένη αυτή αντιπαράθεση έχει σπείρει δαιμόνια μεταξύ μακροχρόνιων συμμάχων, προκαλώντας ρωγμές που δεν θα είναι εύκολο να επουλωθούν.

Όταν συμβαίνουν συγκρούσεις, είναι πολύ εύκολο να οχυρώνεσαι πίσω από αναγωγές όπως 'προοδευτική οικολογική ελίτ' και 'συντηρητικοί χωριάτες-κυνηγοί', οι "πράσινοι" απέναντι "στο τσούρμο με τ' αγκίστρια και τα φυσίγγια". Με τα ακραία στοιχεία και των δύο πλευρών να επικαλούνται τα στερεότυπα και τα ΜΜΕ να απεικονίζουν κυνηγούς και οικολόγους ως αντιπάλους, είναι δελεαστικό να φανταστεί κανείς πως τους χωρίζει μια άβυσσος.

Αυτή η διαίρεση όμως είναι υπερβολικά απλοϊκή. Όπως αποδεικνύεται, πολλοί συνήγοροι της διατήρησης των σαρκοβόρων θηρευτών είναι κυνηγοί. Η Sue Morse που με εκπαίδευσε στην ιχνηλασία, για παράδειγμα, έγινε κυνηγός στα 40 της ως άμεσο αποτέλεσμα της μελέτης που έκανε πάνω στους τετράποδους κυνηγούς. Θέλοντας να εξασφαλίσει η ίδια μεγαλύτερο μέρος από την τροφή της, οδηγήθηκε στο να μιμηθεί τα ζώα που εκτιμάει τόσο βαθιά. Ο Michael Soule, πατέρας της βιολογίας της διατήρησης, είναι επίσης ένας κυνηγός, όπως ήταν ο φημισμένος πρωτοπόρος της διατήρησης Aldo Leopold και οι Olaus Murie και Sigurd Olson.

Πολλοί οικολόγοι έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι είναι επικίνδυνο να αναδεικνύουν το κυνήγι σε σημείο πόλωσης. Όταν κάθε ομάδα απομονώνεται, ισχυρές δυνατότητες συνεργασίας γίνονται ανέφικτες. Μακροπρόθεσμα, το ιδεολογικό υπόβαθρο έχει ελάχιστη σημασίας σε σχέση με το έδαφος κάτω από τα πόδια μας - τους πραγματικούς τόπους και τα οικοσυστήματα που, άπαξ χαθούν, μπορεί να μην αποκατασταθούν ποτέ.

Το περασμένο φθινόπωρο, πέρασα αρκετές ημέρες κυνηγώντας ελάφια στη δασική έκταση ενός φίλου. Καθισμένος ήσυχα, απολάμβανα το πρώτο φως όπως διαπερνούσε το δάσος από σφεντάμια και πεύκα, τα μικρόπουλα που πηδούσαν από κλαδί σε κλαδί και μια λιμνούλα στην κορυφογραμμή που φιλοξενούσε βατράχια και σαλαμάνδρες. Το επόμενο φθινόπωρο, αυτές οι εκατοντάδες στρέμματα θα ανήκουν πλέον στο The Nature Conservancy. Και θα επιστρέψω για κυνήγι, ευγνώμων που το μέλλον αυτής της γης είναι εξασφαλισμένο.